Πριν λίγους μήνες η μόνιμη επωδός της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα πίσω στον τόπο και τους ανθρώπους που τα δημιούργησαν για πολλοστή φορά ξαναήλθε στο προσκήνιο με τις δηλώσεις του Αμερικανού ηθοποιού Τζορτζ Κλούνεϊ (G. Clooney).
Επειδή τα άρθρα μου δεν καλύπτουν την επικαιρότητα είναι λίγο ως πολύ ένα είδος επιφυλλίδας, θα ήθελα να σχολιάσω αυτό το δίκαιο αίτημα ημών των νεοελλήνων για την επιστροφή της ανεπανάληπτης πολιτιστικής μας κληρονομιάς, προκειμένου να εισηγηθούμε προβληματισμό για τη σωστή αντιμετώπιση ενός ζητήματος που μας ταλαιπωρεί από τα χρόνια της Μελίνας Μερκούρη, ασφαλώς και πολύ νωρίτερα. Κατά την άποψή μου θεωρώ πως το πρώτο λάθος είναι (ήταν) η υπερβολική διέγερση της κοινής γνώμης με κορώνες όπως είναι «φέρτε πίσω τα κλεμμένα». Τούτο διότι τα αριστουργηματικά γλυπτά της ζωφόρου του Παρθενώνα δεν εκλάπησαν.
Ο λόρδος Έλγιν εξασφάλισε μια άδεια από τους Τούρκους κατακτητές με τη μέθοδο του χρηματισμού και άρπαξε κακήν – κακώς με μεγάλες φθορές ότι ομορφότερο βρήκε στην ζωφόρο του Παρθενώνα. Τούτο σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι σήμερα δικαιούται η Βρετανία να επιμένει στην μη επιστροφή των μαρμάρων που αποτελούν τμήμα ενός μεγάλου αρχιτεκτονικού συνόλου από το οποίο αποσπάστηκαν βίαια. Ο ισχυρισμός των Βρετανών και του Δημάρχου του Λονδίνου ότι δήθεν εκείνοι τα προστατεύουν καλύτερα και ότι στην τελική ανάλυση αυτοί οι θησαυροί ανήκουν σε ολόκληρο το δυτικό πολιτισμό είναι αίολος. Εμείς οι Έλληνες είμαστε οι πρώτοι που συμφωνούμε με αυτό, αλλά συγχρόνως επιμένουμε ότι τα γλυπτά ανήκουν στον Παρθενώνα που βρίσκεται στην Ελλάδα και εδώ πρέπει να ξαναγυρίσουν έστω και με τις μεγάλες φθορές που υπέστησαν, Από ένα γκάλοπ που έγινε στη Βρετανία τον Φεβρουάριο το 80% των ερωτηθέντων Βρετανών αν τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα απάντησαν ΝΑΙ.
– Οι Βρετανικές αρχές βέβαια, ως γκουρού της διπλωματίας, μετέρχονται περίτεχνα επιχειρήματα ότι δηλαδή στην Ελλάδα «δεν είστε ακόμη έτοιμοι» να τα φροντίσετε από πλευράς θερμοκρασίας, ασφάλειας και τα παρόμοια.
Πριν την κατασκευή του Μουσείου της Ακρόπολης σε ένα βαθμό ίσως να είχαν δίκιο όσον αφορά το σκέλος της ασφάλειας. Μετά την άψογη λειτουργία του Μουσείου το οποίο από μόνο του συνιστά αριστουργήματα μουσειακής αρχιτεκτονικής, το επιχείρημα περί θερμοκρασίας και ασφάλειας είναι τώρα τελείως αβάσιμο.
– Είναι αλήθεια ότι η διεκδίκηση των Μαρμάρων του Παρθενώνα, όπως την ξεκίνησε η Μελίνα Μερκούρη, δεν έγινε με τον καλύτερο διπλωματικό τρόπο. Υπήρξαν λαϊκιστικές υπερβολές και εθνικιστική διέγερση ανθρώπων ακατάλληλων να εγείρουν ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Οι Βρετανοί εκμεταλλεύτηκαν για τον εαυτό τους αυτές τις εγγενείς αδυναμίες μας. Κατά τη γνώμη μου, τους βασανίζει επίσης η σκέψη ότι αν επιστρέψουν τα αρχαία στην Ελλάδα, θα δημιουργηθεί κακό προηγούμενο για αυτούς, με την έννοια ότι και άλλες χώρες που έχουν στο Βρετανικό Μουσείο δικά τους πολύτιμα αρχαία θα διεκδικήσουν αμέσως την επιστροφή τους.
– Επινοούν σε κάθε περίπτωση επιχειρήματα για να κερδίσουν χρόνο και να αποφύγουν την επιστροφή τους. Ένα καλό παράδειγμα είναι η γενικότερη πολιτιστική και πνευματική κρίση που δέρνει την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Που να πάνε τα Γλυπτά, σκέπτονται, σε μια χώρα που τα πανεπιστήμιά τους χάθηκαν από το χάρτη των καλυτέρων του κόσμου όπως όφειλαν να είναι και στέλνουν τα παιδιά τους στη Οξφόρδη και το Χάρβαρντ για να σπουδάσουν. Πως αυτή η παγκόσμια κληρονομιά θα αξιοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο όταν στην Ελλάδα τα Μουσεία πάσχουν από ποιοτικό προσωπικό και οι ξένοι πολύ συχνά τα βρίσκουν κλειστά από επαναλαμβανόμενες απεργίες. Ας μην γελιόμαστε το διεθνές κύρος μιας χώρας είναι ένα ισχυρό χαρτί να διεκδικήσεις αυτό που σου ανήκει. Οι κραυγές και οι οιμωγές λαϊκισμού τύπου στη διεθνή σκακιέρα μας κάνουν ζημιά. Κλείνοντας, προσωπικά πιστεύω παρ΄όλα τα επί μέρους προβλήματα, οι Βρετανοί μαζί με την διεθνή υποστήριξη θα «λυγίσουν» και τα Γλυπτά θα επιστραφούν στην Ελλάδα και τους Έλληνες. Το ερώτημα είναι αν θα τα δούμε εμείς ή τα παιδιά μας.
Γιώργος Σταυράκης