Οι δήμαρχοι Χαλανδρίου Σίμος Ρούσσος και Αγίας Παρασκευής Γιάννης Σταθόπουλος από τους Δήμους των Βορείων Προαστίων είναι μεταξύ των δημάρχων που αποφάσισαν να πουν το μεγάλο «όχι» στον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκο Μητσοτάκη, σχετικά με τον επανέλεγχο των συμβάσεων των εργαζομένων στους Δήμους τους. Την ώρα που ο κ. Μητσοτάκης επιμένει ότι «οι έλεγχοι για πλαστά πιστοποιητικά και για μονιμοποιήσεις χωρίς τυπικές προϋποθέσεις θα συνεχιστούν και θα ενταθούν», το «μπλόκο» των δημάρχων σε όλη τη χώρα καλά κρατεί με την άρνησή τους να αποστείλουν τους φακέλους των υπαλλήλων τους, προκειμένου να ελεγχθεί η νομιμότητά τους.
Γράφει ο Γιώργος Κανελλόπουλος
Οι δήμαρχοι καταγγέλλουν ότι η απόφαση του υπουργού για επανέλεγχο της μετατροπής συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου το 2004 αλλά και έως μια 20ετία πίσω, οδηγεί στην εξαφάνιση του δημόσιου χαρακτήρα κρίσιμων υπηρεσιών των Δήμων και υποστηρίζουν ότι θα απολυθούν, χωρίς υπαιτιότητά τους, άνθρωποι που εργάζονται για πολλά χρόνια και οι Δήμοι τους δεν θα μπορούν να λειτουργήσουν.
Το επιχείρημα της κυβέρνησης, ωστόσο, συνίσταται στο ότι με το Διάταγμα Παυλόπουλου, το οποίο επέτρεπε τη μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, έγιναν πολλές και παράνομες αλλαγές. Μάλιστα, τους πρώτους πέντε δημάρχους που αρνήθηκαν να παραδώσουν στοιχεία προκειμένου να ελεγχθούν οι μονιμοποιήσεις δημοτικών υπαλλήλων -και που φαίνεται να παρουσιάζουν τις περισσότερες μονιμοποιήσεις- ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε να τους στείλει στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, φτάνοντας στα άκρα την πολιτική «κόντρα» που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι και η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας αρνείται τον επανέλεγχο της μετατροπής συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου, ακόμη και με διαφορετικά κριτήρια από αυτά που όριζε το Π.Δ. Παυλόπουλου. Σύμφωνα με το ψήφισμα που εγκρίθηκε, η ΚΕΔΕ δηλώνει ότι δεν δέχεται «τον επανέλεγχο – επανακαθορισμό των κριτηρίων πρόσληψης που καθορίστηκαν και εφαρμόστηκαν με βάση τις διατάξεις μετατροπής των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου κατά το χρονικό διάστημα που αυτές έγιναν».
Συγχρόνως, στην απόφαση τονίζεται ότι οι εργαζόμενοι δεν φέρουν «ουδεμία ευθύνη για ενέργειες αρμοδίων οργάνων ή υπηρεσιακών συμβουλίων για τη μετατροπή συμβάσεων από ορισμένου σε αορίστου χρόνου και ως εκ τούτου δεν συμφωνούμε στο να υποστούν, δέκα και δεκαπέντε χρόνια μετά, τις όποιες συνέπειες οι εργαζόμενοι». Γι’ αυτό και το Δ.Σ. της Ένωσης ζητά «την προσωρινή αναστολή των ελέγχων, μέχρις ότου ξεκαθαριστεί από την κυβέρνηση με σαφήνεια, το περιεχόμενό τους, με βάση την πρότασή μας» και ζητά άμεσα συνάντηση με τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Να σημειωθεί ότι όλες οι μετατροπές των συμβάσεων υποβλήθηκαν σε έλεγχο από την ανεξάρτητη αρχή ΑΣΕΠ, που σήμερα αυτή η ανεξάρτητη αρχή καλείται από την κυβέρνηση να ακυρώσει τις αποφάσεις που είχε λάβει τότε. Η μετατροπή των συμβάσεων πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο υλοποίησης νόμων, προεδρικών διαταγμάτων, δικαστικών αποφάσεων και εφαρμογής στο εθνικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας (70 του 1999), σύμφωνα με την οποία ήταν παράνομη η πρακτική να καλύπτονται οι πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Δημοσίου με συμβασιούχους ορισμένου χρόνου, των οποίων οι συμβάσεις ανανεώνονταν διαρκώς.
Δέκα χρόνια αργότερα, τις πταίει για τα πλαστά πιστοποιητικά των μονιμοποιήσεων που ήδη βγαίνουν στη φόρα; Οι εργαζόμενοι, οι δήμαρχοι, το ΑΣΕΠ, η κυβέρνηση ή το σύστημα «κομματικής προστασίας»; Και ποιος άλλος θα πληρώσει τελικά, πλην των εργαζομένων; Εκτός και αν οι ίδιοι αυτοδιορίστηκαν…
Ο προσχηματικός επανέλεγχος της μετατροπής των συμβάσεων από ορισμένου χρόνου και έργου σε αορίστου χρόνου που σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου φτάνει σε βάθος 20ετίας, επαναπροσδιορίζοντας τα κριτήρια μετατροπής αυτών των συμβάσεων, είναι προφανές ότι επιχειρείται να εφαρμοστεί για να βρεθούν άμεσα εργαζόμενοι που θα τεθούν σε απόλυση μέχρι το τέλος του έτους και θα συμπληρώσουν τη λίστα των 6.500 απολυμένων που έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση στους δανειστές. Όχι για την αξιολόγηση στο Δημόσιο καθαυτή, η οποία καταστρατηγήθηκε και εξακολουθεί να δέχεται «τρικλοποδιές» από το ίδιο κομματικό σύστημα.