Η Μάχη
Το περσικό εκστρατευτικό σώμα το οποίο, υπό τη διοίκηση του Δάτη, αποβιβάστηκε και στρατοπέδευσε στην παραλία του Μαραθώνα στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 490 π.Χ υπολογίζεται ότι αριθμούσε 12.000 έως 25.000 πεζούς και 200 έως 1000 ιππείς. Ο υπόλοιπος στρατός, υπό τον Αρταφέρνη, είχε αναλάβει την κατάληψη της Ερέτριας.
Η άφιξη των Περσών επισκίασε τις μέχρι τότε εσωτερικές πολιτικές διαμάχες στην νεοσύστατη Αθηναϊκή δημοκρατία. Οι Αθηναίοι συσπειρώνονται και αποφασίζουν να αντισταθούν. 9.000 Αθηναίοι οπλίτες και 1.000 Πλαταιείς σύμμαχοι σπεύδουν στο Μαραθώνα και στρατοπεδεύουν στα υψώματα που κλείνουν την πεδιάδα από τα νοτιοδυτικά. Επικεφαλής είναι ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, αλλά την ουσιαστική αρχηγία ασκεί ο Μιλτιάδης, ένας από τους δέκα στρατηγούς και γνώστης των Περσικών τακτικών.
Περνούν οκτώ ημέρες αναμονής. Ο Μιλτιάδης περιμένει τις ενισχύσεις που οι Σπαρτιάτες είχαν υποσχεθεί πως θα έστελναν αμέσως μετά την προσεχή πανσέληνο. Παράλληλα, καιροφυλακτεί για μια ενδεχόμενη απόσυρση από το πεδίο του Περσικού ιππικού -επικίνδυνου αντιπάλου για τις πλευρές της φάλαγγας. Ο Δάτης, από τη μεριά του, αναμένει την πτώση της Ερέτριας, την επανένωση των δύο τμημάτων του στρατού και την από κοινού, διά θαλάσσης, αιφνιδιαστική τους επίθεση στο άστυ από την αφύλακτη παραλία του Φαλήρου. Ουσιαστικά, η παρουσία του Περσικού στρατού στο Μαραθώνα είναι ένας αντιπερισπασμός.
Πράγματι, μόλις το περσικό σχέδιο έγινε αντιληπτό, ο Μιλτιάδης διέταξε επίθεση. Η επέλαση της φάλαγγας είναι γρήγορη, στα τελευταία μέτρα τροχάδην, για να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες από τα εχθρικά βέλη. Προκειμένου να μην υπερκεραστούν από τις ανώτερες αριθμητικά περσικές δυνάμεις, οι Αθηναίοι είχαν αυξήσει το μέτωπο της φάλαγγας, μειώνοντας έτσι το βάθος της στο κεντρικό της τμήμα. Αντίθετα, τα δύο κέρατα παρέμειναν ισχυρά. Όντως, στην πρώτη φάση της σύγκρουσης, το αθηναϊκό κέντρο πιέζεται και υποχωρεί.
Τα δύο κέρατα, όμως, σκορπίζουν τα αντίστοιχα αδύναμα περσικά τμήματα. Στη συνέχεια, στρέφονται προς το κέντρο των Περσών και το περικυκλώνουν. Οι τελευταίοι υποχωρούν άτακτα προς τα πλοία. Εκεί, πραγματοποιείται η τελευταία και πιο φονική φάση της μάχης με τους Αθηναίους να προσπαθούν μάταια να αποτρέψουν την αναχώρηση του στόλου. Ο τελευταίος θα πλεύσει προς το Φάληρο, προκειμένου να εφαρμοστεί το δεύτερο σκέλος του Περσικού σχεδίου. Θα βρει όμως ξανά παρατεταγμένο μπροστά του τον αθηναϊκό στρατό, ο όποιος είχε σπεύσει έγκαιρα εκεί, μετά από ένα κοπιαστικό και απελπισμένο αγώνα δρόμου. Οι Πέρσες θα αποπλεύσουν άπρακτοι.
Η επίδραση της μάχης στους Πέρσες
Λόγω των συστηματικών καταστροφών που υπέστησαν τα βασιλικά αρχεία των Αχαιμενιδών και των Σασανιδών δεν έχει διατηρηθεί γραπτή μαρτυρία του αρχαίου Ιράν για το ζήτημα της μάχης του Μαραθώνα. Εικάζεται ότι ο αντίκτυπος της ήττας των Αχαιμενιδών στο Μαραθώνα ήταν ισχυρός στο εσωτερικό του βασιλείου τους, καθώς ήταν μια από τις ελάχιστες ήττες που είχαν υποστεί μέχρι εκείνη την στιγμή στην ιστορία τους εν γένει.
Η ιστορική γνώση του Μαραθώνα εισάγεται στην πνευματική παραγωγή του Ιράν κατά τα τέλη του 19ου αι. και στις αρχές του 20ού αι. από την Ευρώπη μαζί με την διαδικασία εθνογένεσης που επίσημα και συστηματικά υιοθετείται στο Ιράν από το 1925. Σε αυτή την περίοδο διαμορφώθηκε ακαδημαϊκά η έννοια της Εθνικής Συνέχειας του ιρανικού έθνους στο χρόνο και η σύνδεση του σύγχρονου Ιράν με το αρχαίο παρελθόν του, δηλ. τους Αχαιμενίδες (556-330 π.Χ.), Πάρθους (250 π.Χ.-224 μ.Χ.) και τους Σασσανίδες (224-651 μ.Χ.).
Η Μάχη του Μαραθώνα συνεχίζει να διατηρεί στο μυαλό του μέσου Ιρανού σήμερα την εικόνα εκείνου του ιστορικού γεγονότος που ανέκοψε την επέκταση των Αχαιμενιδών προς τη Δύση αλλά δεν είχε κάποια ιδιαίτερη επίπτωση για τους Αχαιμενίδες, την υπερδύναμη του αρχαίου κόσμου. Και για τις δύο πλευρές όμως ο Μαραθώνας ήταν το πεδίο όπου διαδραματίσθηκε μία από τις σημαντικές μάχες που χαρακτήριζαν και χαρακτηρίζουν τον πολιτικό ανταγωνισμό Ανατολής και Δύσης.