«Μπαμπά, έχω λίγο άγχος για αύριο. Και όταν έχω άγχος, γουργουρίζει η κοιλιά μου». Κάπως έτσι, ο 7χρονος Κωστής κατάφερε, μετά από ένα καλοκαίρι ανεμελιάς και ξεγνοιασιάς να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του για τη νέα πρόκληση που ανοίγεται μπροστά του. Ο επαναπατρισμός μπορεί να είναι ευχάριστος για τους γονείς, για τους δικούς τους πάντα λόγους, αλλά τα παιδιά έχουν άλλα στο μυαλό και, κυρίως, στην καρδιά τους. Ο αποχωρισμός από τους πρώτους συμμαθητές της μαθητικής ζωής δεν ήταν εύκολος. Παρ’ όλα αυτά, ο μικρός έδειξε σθένος και ψυχραιμία και το διαχειρίστηκε με τον δικό του – εντυπωσιακά ψύχραιμο, θα έλεγα – τρόπο. Όσο οι μέρες περνούσαν, έδειχνε ότι έχει πράγματι αποδεχθεί τη νέα ζωή. Επιστροφή στην Ελλάδα, μετά από δυόμιση χρόνια ξενιτιάς, νέο σχολείο, νέοι δάσκαλοι, νέοι συμμαθητές, πολλά γνώριμα και ταυτόχρονα άγνωστα στοιχεία και εικόνες.
Τις ημέρες πριν τον αγιασμό ήταν ευδιάθετος. Αγόρασε καινούρια τσάντα, πήρε κάποια τετράδια, κασετίνες, έκανε καθαριότητα στο δωμάτιό του. Προετοιμάστηκε, όπως θα έκανε σε κάθε αντίστοιχη συνθήκη. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο πετούσε από τη χαρά του. «Ανυπομονώ να ξεκινήσει το σχολείο μου!», μας έλεγε.
Το βράδυ της Τρίτης, πριν κοιμηθεί, αντί να διαβάσουμε το παραμύθι, όπως κάνουμε κάθε βράδυ, είπε ότι θέλει καλύτερα να πούμε τα νέα μας. «Μπαμπά, έχω λίγο άγχος για αύριο. Και όταν έχω άγχος, γουργουρίζει η κοιλιά μου». Η συζήτηση που ακολούθησε περιέχει πολλά στοιχεία του κώδικα επικοινωνίας μπαμπά και γιου που δεν αφορούν κανέναν, αλλά η ουσία είναι ότι για μια ακόμα φορά, το παιδί ήταν αυτό που έκανε πιο σοφό το μπαμπά, παρά το αντίστροφο. Και, ευτυχώς, αυτά τα μαθήματα τα χρειάζομαι κάθε μέρα.
Ολοκληρώνοντας τη συζήτησή μας και πριν παραδοθεί στα όνειρα του, συμφωνήσαμε πως κάθε νέα αρχή μας φέρνει μια αναστάτωση και ένα άγχος για το άγνωστο. Όμως, ο ίδιος ξέρει καλά ποιος είναι και πως δεν έχει να φοβάται τίποτα απολύτως. Γιατί έχει αποδείξει ότι έχει τον τρόπο να κερδίζει τους άλλους με τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Δεν τα λέω εγώ ο «κουκουβάγιος» μπαμπάς. Το λέει η ίδια η πορεία του έως τώρα.
Και, πράγματι, την ημέρα του Αγιασμού ξύπνησε στην ώρα του, έφαγε το πρωινό του, ντύθηκε γρήγορα και πήγαμε μαζί με τη μαμά του να τον συνοδεύσουμε στο καινούριο σχολικό περιβάλλον. Αν και ήταν αρκετά μαγκωμένος σε σχέση με το τι μας έχει συνηθίσει, γύρισε χαρούμενος και αισιόδοξος. Όταν τον ρώτησα αν νιώθει ακόμα άγχος, απάντησε με την ειλικρίνεια των παιδιών. «Ναι, έχω λίγο, αλλά η δασκάλα μου είναι πολύ καλή. Με έκανε μια αγκαλιά και αρχίζω και το ξεπερνάω».
Και εδώ, τελειώνει η προσωπική αφήγηση που ίσως δεν ενδιαφέρει και κανέναν και έρχεται το νόημα όλου του κειμένου. Ο δάσκαλος ήταν, είναι και θα παραμείνει ο πυλώνας που θα βοηθήσει τα παιδιά μας να αναπτύξουν την προσωπικότητά τους, να ξεπεράσουν τις φοβίες τους και να γίνουν οι άνθρωποι που ονειρεύονται να γίνουν.
Κάποτε, ένας δάσκαλος έκανε σε μένα μια μεγάλη αγκαλιά και έδιωξε τους φόβους και τις ανησυχίες μου. Και από τότε, δεν έπαψα να αγαπώ τα γράμματα και να ταξιδεύω με το μυαλό μου όπου δεν μπορεί να πάει το κορμί μου. Αυτός ο άνθρωπος θα είναι πάντα στην καρδιά μου και θα του χρωστώ αιώνια ευγνωμοσύνη για όλα όσα έγινα και όλα όσα ονειρεύτικα.
Μπορεί το εκπαιδευτικό σύστημα να καταρρέει, τα σχολεία και τα προαύλια να διαλύονται και η παραπαιδεία να ανθίζει ακόμα 30 χρόνια μετά που τελειώσαμε εμείς, αλλά τη διαφορά και την ουσία θα την κάνει πάντα ο άνθρωπος. Αλλά, αυτά, έχουμε καιρό να τα πούμε. Άλλωστε, οι κοινωνικοί αγώνες δεν τελειώνουν ποτέ. Δίπλα δίπλα θα είμαστε, να είστε σίγουροι.
Το κείμενο αυτό απευθύνεται σε όλους τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων. Αν κάτι θα μπορούσα να ζητήσω ως πολίτης, αλλά κυρίως ως γονιός, είναι να έχετε την αγκαλιά σας ανοικτή για κάθε μαθητή/τρια σας. Ποτέ δεν ξέρετε κάτι τόσο απλό, πόσο μεγάλο καλό μπορεί να του κάνει.