Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Όταν επιδιώκεις πόλεμο με το ζόρι, επιστρατεύοντας όποιον τρόπο προπαγάνδας υπάρχει διαθέσιμος, θα πρέπει να είσαι έτοιμος να παίξεις το παιχνίδι, λαμβάνοντας υπόψη ότι για να γίνει παιχνίδι πρέπει να υπάρχει και αντίπαλος. Στην περίπτωση της Ρωσίας, μάλιστα, ο αντίπαλος δεν είναι όποιος κι όποιος. Και είναι αποφασισμένος για όλα, ειδικά αν τον πιέσεις αφόρητα.
Ο πόλεμος στα σύνορα Ρωσίας – Ουκρανίας δεν είναι μια κρίση την οποία απλά παρακολουθούμε από τις τηλεοράσεις, τα κινητά ή τα ραδιόφωνά μας αποστασιοποιημένοι. Συνιστά μια κατάσταση που αγγίζει την Ελλάδα σε πολλές διαστάσεις.
Μια εξ αυτών είναι η τύχη της ελληνικής κοινότητας στις «καυτές» περιοχές, η διασφάλιση των ζωών και των περιουσιών τους.
Μια άλλη είναι οι πιθανές επιπτώσεις (και) για τη χώρα μας από ενδεχόμενα μεταναστευτικά κύματα, εφόσον, φυσικά, αυτός ο με το ζόρι πόλεμος συμβεί πράγματι.
Και εντός των συνόρων, η ένταση εδώ και καιρό έχει στείλει τους προπομπούς της: Η ενεργειακή κρίση, η οποία έχει μαυρίσει τον οικογενειακό προϋπολογισμό των νοικοκυριών της χώρας δεν είναι ασύνδετη με όσα ζούμε τις τελευταίες ημέρες, ειδικά στον τομέα του φυσικού αερίου.
Ζούμε σε περίεργους καιρούς. Το ψυχροπολεμικό κλίμα που σε κανέναν δεν είχε λείψει εδώ και τρεις δεκαετίες, επανέρχεται με διαφορετική μορφή και μάλιστα σε μια πολύ δύσκολη εποχή, με μια πανδημία να έχει δοκιμάσει τις αντοχές του πλανήτη σε ανθρωπιστικό και οικονομικό επίπεδο.
Αναρωτιέται εύλογα κανείς αν οι ηγέτες του πλανήτη υπολογίζουν τις συνέπειες όλων των παραπάνω παραμέτρων. Δεν είναι καθόλου δύσκολο, στις εύθραυστες γεωπολιτικές ισορροπίες που διαμορφώθηκαν μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, η φωτιά που καίει στην Ουκρανία να επεκταθεί, με ό,τι συνέπειες μπορεί αυτό να φέρει στις ζωές μας.
Για τους χειρισμούς της Ε.Ε. ούτε λόγος. Κανείς, πλέον, δεν μπορεί να περιμένει ότι η συμβολή της στην εξεύρεση λύσης θα έχει κάποιο ειδικό βάρος, ενώ ακόμη και οι περίφημες «κυρώσεις» προς τη Ρωσία, ήδη αμφισβητούνται ως προς την αποτελεσματικότητά τους.
Η αμηχανία είναι έκδηλη στη δυτική πλευρά, μετά και το διάγγελμα του Βλάντιμιρ Πούτιν με την αναγνώριση των δύο «λαϊκών δημοκρατιών» και εν τέλει την εισβολή το ξημέρωμα της Πέμπτης 24 Φεβρουαρίου. Η ελπίδα ότι τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί θα δημιουργήσουν εν τέλει συνθήκες συνεννόησης και όχι αιματοκυλίσματος, είναι πάντα ζωντανή, αλλά όχι βέβαιη. Ένα είναι το σίγουρο: Ο πλανήτης και ειδικά ο δυτικός κόσμος δεν έχει την πολυτέλεια για μια νέα περιδίνηση, απέναντι στην ανατολική οικονομική και αναπτυξιακή «έκρηξη» των τελευταίων ετών.