Kαμιά φορά αναρωτιέμαι τι είναι χειρότερο σε αυτά τα 6 χρόνια οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα: Το τραγικό αίσθημα να μην έχεις χρήματα στο πορτοφόλι σου για να φας και να ζεσταθείς ή αυτό το απίθανο σπάσιμο νεύρων στη διαρκή διαπραγμάτευση των κυβερνήσεων της χώρας με τους δανειστές (ή αλλιώς… «θεσμούς»).
Ξέρω, τίποτα δεν συγκρίνεται με την οικονομική δυσχέρεια και τη φτώχεια. Αλλά, πάλι, δεν είναι θλιβερή όλη αυτή η σχέση εξάρτησης του μέλλοντος της χώρας, άρα των παιδιών μας, από τις διαθέσεις του κάθε Σόιμπλε ή Τόμσεν και της απίστευτης αρτηριοσκλήρωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επιμένει να αγνοεί κάθε κοινωνική παράμετρο του προβλήματος στο βωμό της περίφημης «ευημερίας των αριθμών»;
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει, δικαίως ή αδίκως, κατηγορηθεί για πολλά όλο αυτό το διάστημα. Ίσως με ακόμη πιο σκληρό τρόπο ακόμη και από τον Γιώργο Παπανδρέου που έβαλε τη χώρα στη δίνη των μνημονίων, λέγοντας ότι «λεφτά υπάρχουν». Και αυτό οφείλεται στο ότι ο νυν πρωθυπουργός είχε καλλιεργήσει τόσο μεγάλες προσδοκίες στον λαό προτού αναλάβει τα ηνία, ώστε να εισπράττει διαρκώς οργή, σαρκασμό, ειρωνεία και δυσπιστία μεγάλου μέρους της κοινωνίας μας.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να τεθεί σώνει και καλά στο «απόσπασμα», επειδή… τόλμησε να αναθαρρήσει από τις θετικές εξελίξεις στις Βρυξέλλες για το χρέος και να εξαγγείλει 13η σύνταξη για τους χαμηλοσυνταξιούχους και απόσυρση του αυξημένου ΦΠΑ στα νησιά. Ναι, δικό του μέτρο ήταν το τελευταίο, οπότε μάλλον σε «τι είχαμε τι χάσαμε» παραπέμπει, όχι όμως και η παροχή 13ης σύνταξης για τις γιορτές σε πολλούς πραγματικά σκληρά δοκιμαζόμενους ηλικιωμένους ανθρώπους, τη μητέρα, τον πατέρα, τους παππούδες και τους θείους μας δηλαδή. Κι όμως… Ήρθαν ο Σόιμπλε και ο Τόμσεν να υπενθυμίσουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται υπό πολύ σκληρή κηδεμονία από τους -κατά τ’ άλλα- εταίρους και συμμάχους της.
Πόσο μπορεί να αντέξει ο Έλληνας αυτό το διαρκές σκοτσέζικο ντους, αυτό το μαρτύριο της σταγόνας που τον διαλύει διαρκώς εδώ και 6 χρόνια; Πόσο μπορεί να αντέξει ένα 4ο μνημόνιο, όπως κάποιοι αφήνουν να εννοηθεί ότι θα μας επιβληθεί;
Ο κοινωνικός ιστός διαλύεται μέρα με τη μέρα, η καθημερινότητα δυσκολεύει όλο και περισσότερο, η ανεργία σε υψηλότατα επίπεδα, οι μισθοί σε χαμηλότατα, οι εργασιακές σχέσεις πιο ελαστικές και από τον… Τιραμόλα, το εμπόριο στο ναδίρ και η επιχειρηματικότητα πιο «ρισκαδόρικη» από ποτέ. Ο Έλληνας πορεύεται διαρκώς με τα νεύρα τεντωμένα, οικογένειες διαλύονται, άνθρωποι οδηγούνται σε ψυχοφάρμακα ή αυτοκτονούν, τα συσσίτια ανθίζουν, αλλά η ελληνική κυβέρνηση (όποια κι αν είναι αυτή) δεν μπορεί ούτε μια οικονομική ενίσχυση να δώσει δίχως να «στραβώσουν» οι «δεσπότες» του Βερολίνου και των Βρυξελλών, που δεν λένε να μάθουν από τα διαρκή λάθη τους.
Μήπως τα ίδια δεν συμβαίνουν και στους Δήμους; Προϋπολογισμοί και Τεχνικά Προγράμματα λιτότητας, δυνατότητα πραγματοποίησης έργων περιορισμένη, διαρκής αναζήτηση κοινοτικών πόρων για «ανάσες». Και μιλάμε ακριβώς για την καθημερινότητα των πολιτών, που δεν λέει να καλυτερεύσει και μάλιστα δίχως να φαίνεται προοπτική άμεσης βελτίωσης.
Πόσο ακόμη αντέχουμε αυτό το σπάσιμο νεύρων, αλήθεια;