Γράφει ο Αλέξανδρος Καζαντζίδης – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας, φύλλο Χαλανδρίου – Αγίας Παρασκευής – Παπάγου – Χολαργού – 22/03/2023
Αυτές τις μέρες -που συνεχίζουν, εν πολλοίς, να είναι κυριολεκτικά εκτροχιασμένες μετά την τραγωδία των Τεμπών- κυριαρχεί ένα γράμμα, το άλφα. Είναι ένα «ααα» του αβάσταχτου πόνου, της στέρησης, αλλά κυρίως το φωνήεν στο «αν» πράξεων και αποφάσεων, που παραμένει ανίκανο να γυρίσει τον χρόνο πίσω.
Σε αυτές τις υποθέσεις εργασίας έχουμε αναφερθεί από αυτή την στήλη πολλές φορές αλλά και τις τελευταίες εβδομάδες. Σταθήκαμε στον κίνδυνο δυστυχημάτων, στις γειτονιές μας, σε δημόσια & δημοτικά κτήρια, αμαξοστάσια, εγκαταστάσεις, χώρους εργασίας χωρίς επαρκή μέσα προστασίας κ.α. Εστιάσαμε στην ευθύνη προληπτικών μέτρων από κάθε διοικούντα σε κυβερνητικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, ιδίως σε γνωστά ζητήματα που έχουν ήδη επισημανθεί από σωματεία εργαζομένων, συλλογικούς φορείς και ειδικούς.
Ωστόσο, μια παράμετρος των όσων συνέβησαν και ενδέχεται να ζήσουμε είναι η στάση των πολιτών, στο επίπεδο της καθημερινότητας, σε θέματα, μάλιστα, όχι «βαριά» πολιτικά, αλλά στο πεδίο της γειτονιάς, του «μικρόκοσμού» τους. Για παράδειγμα, με αφορμή το ρεπορτάζ της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ την περασμένη εβδομάδα σχετικά με την κατάσταση γύρω από τον σταθμό μετρό Δουκίσσης Πλακεντίας, ένας αναγνώστης σχολίασε: «Στις διαμαρτυρίες του 2019 για την ιδιωτικοποίηση του χώρου στάθμευσης, συμμετείχαν ελάχιστα άτομα σε σχέση με τον αριθμό των κατοίκων. Τώρα είναι αργά για δάκρυα».
Παρότι από την κριτική αυτή μπορεί να εξαιρεθούν οι περίοικοι του Κοντοπεύκου και μετρημένες στα δάχτυλα παρατάξεις & συλλογικότητες, η επισήμανση ήταν σωστή. Χλιαρές ήταν (και παραμένουν) οι αντιδράσεις, στέλνοντας ένα μήνυμα ανοικτό σε κάθε κρίση: από αδιαφορία έως… συναίνεση στην οικονομική επιβάρυνση που έφερε το αντίτιμο στο πάρκινγκ για μεγάλο κομμάτι πολιτών των πέριξ περιοχών (κυρίως εργαζομένων) και τις σοβαρές κυκλοφοριακές & περιβαλλοντικές συνέπειες από τα εκατοντάδες οχήματα στους γύρω δρόμους.
Αντίστοιχα υποτονικές είναι, την τελευταία τετραετία, οι διαμαρτυρίες για τη σχεδιαζόμενη μεταφορά του Καζίνο της Πάρνηθας στο κτήμα Δηλαβέρη στο Μαρούσι, στα όρια με το Χαλάνδρι. Οι «συνήθεις ύποπτοι» αιρετοί, φορείς και πολίτες συμμετέχουν στις -κάθε είδους και περιοχής- κινητοποιήσεις. Ασφαλώς, για μια σημαντική μερίδα της κοινωνίας δεν αποτελούν αποδοτικό τρόπο αντίδρασης οι συγκεντρώσεις στους δρόμους, αλλά οι διασυνδέσεις, τα σχόλια μέσω πληκτρολογίων, η απλή γκρίνια ή οι βουβαμάρες.
Μετά την τραγωδία στα Τέμπη, είναι παρήγορο ότι ο κόσμος αντιδρά – ιδίως νέοι & γονείς, με μαζικό τρόπο, σε πόλεις, μάλιστα, όπως Παπάγου και Χολαργός, όπου δεν συνηθιζόταν, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο. Ένα, λοιπόν, από τα πολλά ηθικά διδάγματα από το σιδηροδρομικό δυστύχημα είναι ίσως ότι από απλώς συλλυπούμενοι μιας κηδείας χρειάζεται να μετατραπούμε πιο ενεργοί πολίτες. Επιβάτες κάθε τρένου εν δυνάμει είμαστε όλοι, ακόμα κι όσοι το έχουμε δει απλώς να περνάει από δίπλα μας. Ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση, αν γυρίσει ανάποδα το κλειδί, μπορεί τα… βαγόνια να πέσουν πάνω μας και να είναι πια αργά για δάκρυα.