Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 01/03/2025
Mε την ευχή όλων να είναι ειρηνικές, καθώς οι γραμμές αυτές γράφτηκαν πριν από τη διεξαγωγή τους, οι συγκεντρώσεις της Παρασκευής 28 Φεβρουαρίου για τα Τέμπη, ανήμερα των δύο χρόνων από την τρομακτική και μοιραία για 57 ψυχές και τις οικογένειές τους σύγκρουση των δύο τρένων, φέρνουν δύο δεδομένα στο τραπέζι της δημόσιας συζήτησης. Πρώτον, ότι η μαζική συμμετοχή καταδεικνύει ότι η τραγωδία απαιτεί άμεση και ξεκάθαρη διερεύνηση και πως δεν πρέπει να μείνει η παραμικρή υποψία συγκάλυψης. Και δεύτερον, ότι πυροδοτούν πολιτικές εξελίξεις που ήδη «μαγειρεύονται» από τις προηγούμενες συγκεντρώσεις στα τέλη Ιανουαρίου. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ο ίδιος ο πρωθυπουργός βγήκε από τότε για να παραδεχθεί αστοχίες και παραλείψεις και ν’ αλλάξει γραμμή, δείχνοντας αφενός ότι η κυβέρνηση υποτίμησε αρχικά την υπόθεση, αφετέρου ότι υποτίμησε και τις ίδιες τις κοινωνικές αντιδράσεις – ανεξαρτήτως αν πράγματι υπάρχει ή όχι μια υπερβολή σε πολιτικό επίπεδο που οδηγεί και στην πολιτική εκμετάλλευση του φαινομένου από μια μερίδα, τουλάχιστον, του πολιτικού συστήματος. Υπερβολή η οποία, ωστόσο, εκτινάχθηκε στα ύψη και από πρόσφατες εξεζητημένες δημόσιες τοποθετήσεις προβεβλημένων υπουργών για τις συγκεντρώσεις και την ουσία της υπόθεσης των Τεμπών, οι οποίες μάλιστα οδήγησαν σε αποστασιοποίηση των συναδέλφων τους από τα λεγόμενά τους.
Την ώρα, εξάλλου, που γράφονται αυτές οι γραμμές ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ παρουσίαζε το πόρισμά του για τα αίτια της τραγωδίας, με τη φράση ότι «έγιναν όλα λάθος» στους επιχειρησιακούς χειρισμούς μετά τη σύγκρουση, αλλά και ότι «η επιθεώρηση του τόπου του ατυχήματος δεν έγινε με τον τρόπο που έπρεπε ώστε να μπορέσουμε να προσδιορίσουμε τον τύπο του καυσίμου που προκάλεσε την πυρόσφαιρα» κι πως «αυτό που επίσημα μετέφερε το τρένο δεν μπορεί να δικαιολογήσει την πυρόσφαιρα», να προσθέτουν ακόμη περισσότερες απορίες, σε συνάρτηση με την παραδοχή των ερευνητών ότι η περίφημη σύμβαση 717 θα έπρεπε να ολοκληρωθεί από το 2016, ότι η καθυστέρηση έπαιξε ρόλο στο δυστύχημα, ότι το ελληνικό κράτος «εγκατέλειψε τον σιδηρόδρομο» και πως «τα μνημόνια αποψίλωσαν τον ΟΣΕ από προσωπικό».
Με την ερχόμενη εβδομάδα να είναι ούτως ή άλλως καυτή πολιτικά, αφού αναμένονται κατά σειράν στη Βουλή η συζήτηση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, η συζήτηση των πολιτικών αρχηγών για τα αίτια της τραγωδίας και τη διερεύνησή τους, αλλά και η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης που όλα δείχνουν ότι θα καταθέσουν από κοινού ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ και ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, το βέβαιο είναι πως το πολιτικό θερμόμετρο ανεβαίνει στα ύψη και μένει να δούμε αν και με ποιον τρόπο οι διαδηλώσεις της 28ης Φεβρουαρίου θα αποτελέσουν καταλυτικό παράγοντα για την επίσπευση των εξελίξεων.
Από ανασχηματισμό έως εκλογές
Στους διαδρόμους κυκλοφορούν ακόμη και σενάρια εκλογικού αιφνιδιασμού ή εκτεταμένου ανασχηματισμού, προκειμένου ο Κυριάκος Μητσοτάκης να γυρίσει το παιχνίδι, αν και στις δημοσκοπήσεις φαίνεται ξεκάθαρα πως η αντιπολίτευση δυσκολεύεται να εισπράξει τη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης προς την κυβέρνηση.
Διόλου τυχαίο είναι εξάλλου πως για την υπόθεση πήρε θέση και ο πρ. πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», ζητώντας και ο ίδιος τη διαλεύκανση των αιτίων της τραγωδίας. Το αίτημα ούτως ή άλλως είναι πάνδημο και είναι ξεκάθαρα αυτό που θα πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα, ως χρέος και φόρος τιμής στα 57 θύματα – κυρίως νέα παιδιά, ως γνωστόν. Αυτός θα είναι και ο μόνος τρόπος να εκλείψει η τοξικότητα και η αντιπαράθεση που ούτως ή άλλως υπάρχει και υποδαυλίζεται από διάφορους κύκλους, υποδαυλίζοντας παράλληλα με τη σειρά τους και τα πάθη – πολιτικά και μη, τη στιγμή που οι κυβερνητικοί χειρισμοί της υπόθεσης εδώ και δύο χρόνια μάλλον το αντίθετο έχουν καταφέρει.
Με άλλα λόγια, το τελευταίο που έχει ανάγκη αυτός ο τόπος, αυτή τη στιγμή, είναι να βυθιστεί σε ένα διχασμό ανάλογο με αυτόν που ζήσαμε τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων ή και χειρότερα. Και μάλιστα για ένα ζήτημα στο οποίο η οδύνη και το κοινωνικό «τραύμα» για τον χαμό αυτών των ανθρώπων μας ενώνει όλους, γονείς και μη. Και το τελευταίο απαιτεί ψυχραιμία από όλους, μα πρώτα από το ίδιο το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του – κυβέρνηση και αντιπολίτευση.