Editorial – Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Πόσο κάνουν 940.000 Χ 150; Κάνουν 141.000.000. Τόσα, δηλαδή, είναι τα ευρώ που αποφάσισε να δώσει η κυβέρνηση στους νέους 18 – 24 ετών για να τους πείσει να πάνε να εμβολιαστούν. Μια κίνηση τουλάχιστον άκομψη, η οποία προστίθεται σε μια σειρά αμήχανων και χοντροκομμένων ενεργειών προκειμένου να μεγαλώσουν τα ποσοστά των εμβολιασμένων. Αναρωτιέται, βέβαια, κανείς, τι θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση με αυτά τα 141.000.000 ευρώ, προκειμένου να καλύψει κάποιες από τις παθογένειες (π.χ. δημόσια υγεία, μέσα μεταφοράς, σχολεία) που συνέβαλαν στο τρίτο κύμα της πανδημίας.
Οι αδέξιες κινήσεις συνεχίστηκαν με την επίσης πρωτοφανή αναγγελία ότι κινητές μονάδες του ΕΟΔΥ θα βγουν παγανιά για εμβολιασμούς στις… παραλίες, για να προσελκύσουν τους νέους. Ευτυχώς, ανακλήθηκε πριν δώσει τροφή για σενάρια επιθεώρησης στο «Δελφινάριο»…
Στα πιο σοβαρά, προέκυψε και η διάκριση σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους και τα «προνόμια» ή «διευκολύνσεις» των πρώτων ως προς τους χώρους ψυχαγωγίας, διασκέδασης και εστίασης, σε σχέση με τους δεύτερους, οι ειδικές συνθήκες για «μεικτές» ζώνες κ.ά.
Όντως πρόκειται για ένα τεράστιο ζήτημα, καθώς ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δεν προσέρχεται στα εμβολιαστικά κέντρα. Είναι, όμως, οι προσπάθειες να πειστούν, αυτές που πρέπει; Είτε δηλαδή θα κλείνουμε την κοινωνική και οικονομική ζωή και θα επιβάλλουμε πρόστιμα και ελεγχόμενες μετακινήσεις, είτε θα «δωροδοκούμε» και θα κυνηγάμε τον κόσμο σε βουνό και θάλασσα μπας και «τσιμπήσουν» για να «τσιμπηθούν», όπως είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης τις προάλλες; Και τελικά, θα διαιρούμε, ως ένα άτυπο απαρτχάιντ, το «ευ ζην» των ανθρώπων και να μιλάμε για «πιστοποιητικά ελευθερίας», που μας πάνε σε παλιές «κατάμαυρες» εποχές της ανθρωπότητας;
Βρισκόμαστε ενώπιον ερωτημάτων συνταγματικής και δημοκρατικής υφής, αλλά και στις πρώτες ανησυχητικές ενδείξεις ενός νέου κοινωνικού αυτοματισμού. Προς το παρόν όχι σε ένταση τέτοια όπως τότε με το δημοψήφισμα, όταν χάλασαν από φιλίες μέχρι κουμπαριές, αλλά αν υποθέσουμε ότι δικαιωθούν οι προβλέψεις για τη μετάλλαξη «Δέλτα» από φθινόπωρο (ελπίζουμε πως όχι), τότε δεν θα απέχουμε πολύ από εκείνες τις ημέρες.
Επομένως, οι χειρισμοί θα έπρεπε να είναι πιο λεπτοί και κυρίως πιο θετικοί. Εδώ και καιρό, τα ΜΜΕ που αρέσκονται στις κακές ειδήσεις, έχουν κατατρομοκρατήσει τον κόσμο. Η πίεση, οι απειλές, τα δημοσιεύματα του τρόμου, οι αντιφάσεις και οι αδέξιοι χειρισμοί είναι στην ημερήσια διάταξη. Ό,τι θετικό έχει γίνει είναι οι αφίσες με χαμογελαστά πρόσωπα που δείχνουν το χανζαπλάστ στον ώμο τους. Και φυσικά, δεν επαρκούν.
Θεωρώ ότι η Πολιτεία θα έπρεπε να έχει αρχίσει τοπικές καμπάνιες σε περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Με ανοιχτές ομιλίες σε υπαίθριους χώρους από επιστήμονες που δεν θα διστάσουν να δεχθούν και να απαντήσουν ακόμη και την πιο αφελή ή επιθετική ερώτηση. Με μοίρασμα ενημερωτικών φυλλαδίων. Με προβολή πληροφοριών για την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των εμβολίων.
Βέβαια, ο μεγάλος στόχος δεν θα έπρεπε να είναι να πειστούν οι άνθρωποι να κάνουν το εμβόλιο για τον κορωνοϊό. Αλλά να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο του αντιεμβολιαστικού κινήματος εν γένει, το οποίο τα τελευταία χρόνια γιγαντώθηκε ανεξήγητα, σε μια χώρα όπου η πίστη στα εμβόλια ήταν καθημερινότητα για δεκαετίες, συμβάλλοντας στην ευζωία και την ανάπτυξη. Να γίνει, όμως, σοβαρά, με ψυχραιμία, σχέδιο και επιστημονική επιχειρηματολογία με απλουστευμένη γλώσσα, κατανοητή από όλους. Όχι ως ανεξέλεγκτο brain storming πανικού, με τα κωμικοτραγικά αποτελέσματα που όλοι βλέπουμε.