Στο θέατρο υποδύεται μια γυναίκα – αράχνη. Στην προσωπική της ζωή, είναι μια ήρεμη και κατασταλαγμένη μητέρα. Η Λίνα Σακκά μας μιλάει για τις δύο αυτές ιδιότητες που γεμίζουν την καθημερινότητά της.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
1955: Το «πρωτότυπο Αθηναϊκό» μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή «Η κυρία της νύχτας» δημοσιεύεται σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ακρόπολις» και γνωρίζει τεράστια απήχηση ως αισθηματικό θρίλερ. Η ηρωίδα, μια μοιραία γυναίκα της δεκαετίας του ‘50 με το όνομα Λιάνα Περέζ, εμφανίζεται από το πουθενά αναστατώνοντας, την κοσμική κοινωνία της Αθήνας. Σαν «ένας σκοτεινός άγγελος από την κόλαση» ( όπως ήταν και ο δεύτερος τίτλος του μυθιστορήματος) προκαλεί τον έρωτα, τον θάνατο και την καταστροφή, ψιθυρίζοντας το μοιραίο και σκοτεινό μυστικό της στα θύματά της.
2016: Η Λίνα Σακκά μετά από μια γεμάτη τηλεοπτική καριέρα και αφού έχει εισέλθει σε μια νέα ώριμη φάση της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας, δέχεται μια άκρως δελεαστική πρόταση. Να υποδυθεί τη Λιάνα Περέζ επί σκηνής σε μια παράσταση που μοιάζει να μας διακτινίζει μέσω μιας αδιόρατης μηχανής του χρόνου σε μια άλλη εποχή τόσο μακρινή από τη σημερινή. Το θέατρο «Κιβωτός» είναι κατάμεστο και τις 4 ημέρες της εβδομάδας που παίζεται η παράσταση και αυτό συνιστά την απόλυτη επιτυχία στην Αθήνα των εκατοντάδων θεατρικών επιλογών. Η Λίνα Σακκά μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για την παράσταση – έκπληξη της φετινής σεζόν, τη μητρότητα, το νέο της επαγγελματικό εγχείρημα και τη χρυσή εποχή της τηλεόρασης που -παραδόξως- δεν νοσταλγεί.
Πώς προέκυψε η συμμετοχή σου στην «Κυρία της νύχτας»;
H τελευταία δουλειά μου ήταν η τηλεοπτική σειρά «Εκδρομή» το 2014. Τα γυρίσματα έγιναν στο Βέρμιο της Νάουσας. Με το που ολοκληρώθηκαν, για κάποιο διάστημα δεν είχα κάποια ενδιαφέρουσα καλλιτεχνικά πρόταση, μέχρι που κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν η Φρόσω Λύτρα, την οποία γνώριζα από προηγούμενη συνεργασία μας. Μόλις είχε διαβάσει το μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή «Η κυρία της νύχτας» και της είχε μείνει η φράση «σκοτεινός άγγελος από την κόλαση» η οποία αναφερόταν στην πρωταγωνίστρια. Μου είπε χαρακτηριστικά «θεωρώ ότι η ιδιοσυγκρασία σου και το υποκριτικό σου ταμπεραμέντο ταιριάζουν απόλυτα με την ηρωίδα. Θέλω να το κάνεις εσύ». Η «Νaan», ομάδα της Φρόσως, συνήθως επιλέγει φυσικούς χώρους για να ανεβάζει παραστάσεις και έτσι το περασμένο καλοκαίρι βρήκε μια πετρόχτιστη αυλή στο Γκάζι και παίξαμε εκεί για 25 παραστάσεις. Πήγε πολύ καλά -τα λόγια του κόσμου μετά την παράσταση ήταν συγκινητικά- και κάποια στιγμή αυτό μαθεύτηκε και σε συνεργασία με τις θεατρικές σκηνές το έργο από τον Ιανουάριο ξεκίνησε να παίζεται σε κλειστό πια χώρο, στο θέατρο «Κιβωτός» στο οποίο απ’ ότι δείχνουν τα πράγματα θα συνεχίσουμε και μετά το Πάσχα.
Τι είναι αυτό που κάνει την παράσταση τόσο γοητευτική;
Είναι ένα έργο που χτυπάει φλέβα νοσταλγίας. Αναφέρεται στην Ελλάδα του ’50. Κάνουμε ένα ταξίδι σε μια άλλη εποχή πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Σε μια εποχή κατά την οποία στα αθηναϊκά σαλόνια επικρατούσε το στυλ και η κομψότητα. Το έργο μιλάει για ίντριγκες και λυκοφιλίες μεταξύ πλουσίων οικογενειών. Και φυσικά για μια γυναίκα – τιμωρό, μια γυναίκα αράχνη. Θα το χαρακτήριζα «ένα παραμύθι για μεγάλους».
Η παράσταση, όπως και το βιβλίο του Γιάννη Μαρή αναφέρεται σε μια γυναίκα που ζει για να εκδικηθεί όσους την έβλαψαν. Το αίσθημα της εκδίκησης είναι τοξικό αλλά και ανθρώπινο. Το έχεις νιώσει ποτέ;
Ίσως κάποια στιγμή στη ζωή μου όταν ένιωσα προδομένη ή αδικημένη, η πρώτη μου ενστικτώδης διάθεση ήταν να εκδικηθώ. Αλλά όταν το πρωτογενές αυτό συναίσθημα περνούσε από τη διαδρομή της λογικής, πάντα σταματούσε να ισχύει.
Αντίστοιχα, έχεις υπάρξει θύμα μιας τέτοιας κατάστασης; Να θέλουν να σε βλάψουν, δηλαδή;
Θεωρώ ότι πλέον έχω φτιάξει μια ισχυρή ασπίδα προστασίας, έχω τις άμυνές μου και δεν θα μπορέσει κανείς εύκολα να μου κάνει κακό. Πιο μικρή, ως πιο ευάλωτη και πιο ανώριμη ήμουν σαφώς πιο ανοικτή στο να πληγωθώ.
Σου λείπει σήμερα η διαδικασία των τηλεοπτικών γυρισμάτων;
Δούλευα επί χρόνια στην τηλεόραση. Έκανα πολλές και ωραίες δουλειές για τις οποίες είμαι υπερήφανη. Είναι ένα κομμάτι της ζωής μου που το γεύτηκα στην ολότητά του. Σε τέτοιο βαθμό, που σήμερα, με το χέρι στην καρδιά, μπορώ να πω ότι δεν μου λείπει.
Έζησες τις υψηλές αμοιβές της τηλεόρασης. Δυσκολεύτηκες να προσαρμοστείς στα νέα οικονομικά δεδομένα;
Ανήκα στην κατηγορία των καλά αμειβόμενων ηθοποιών, χωρίς φυσικά να ισχύουν τα τρελά ποσά που έχουν ακουστεί για άλλους. Επειδή πάντα ήμουν ένας άνθρωπος πολύ προσεκτικός στη διαχείριση των οικονομικών, όταν ήρθε η κρίση με βρήκε έτοιμη σε ένα βαθμό. Θεωρώ ότι όποιος κάνει αυτό το επάγγελμα και βρεθούν κάποια χρήματα στην τσέπη του, καλό είναι να αποταμιεύει γιατί μπορεί σήμερα να έχει δουλειά, αλλά αύριο να μην έχει. Σήμερα, επειδή ζω πολύ απλά όπως ο περισσότερος κόσμος, έχω την πολυτέλεια να πω «όχι» σε μια δουλειά που δεν με αντιπροσωπεύει καλλιτεχνικά.
Είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο στα άμεσα σχέδιά σου είναι η δημιουργία ενός café στη γειτονιά σου, τη Νέα Φιλαδέλφεια;
Πρόκειται για ένα café που θα λειτουργεί ως πολυχώρος. Δεν το κάνω, όμως, μόνο για οικονομικούς λόγους. Δεν μπορώ να δουλεύω τρεις μήνες τον χρόνο κάνοντας μια παράσταση και το υπόλοιπο διάστημα να κάθομαι. Οπότε, σκέφτηκα να δημιουργήσω τον δικό μου χώρο, ο οποίος θα έχει έντονο το καλλιτεχνικό στοιχείο και ταυτόχρονα θα είναι χώρος εστίασης με ωραίες γεύσεις.
Έλειψες για ένα διάστημα για να φέρεις στον κόσμο το παιδί σου. Φοβήθηκες ότι μετά την αποχή σου, θα μπορούσες να είχες ξεχαστεί ή να βρεις κλειστές πόρτες;
Έλειψα δυο χρόνια πριν την «Εκδρομή» και άλλον 1,5 μετά. Δεν θέλω να ακουστώ «κάπως» αλλά αυτό δεν το φοβήθηκα ποτέ. Για κάποιο λόγο είχα πίστη στη ροή των πραγμάτων, στη ζωή την ίδια. Σκεφτόμουν ότι δεν είναι δυνατόν μετά από μια απόφαση τόσο σημαντική, όσο είναι το να φέρεις στον κόσμο ένα παιδί, η ζωή να σου επιφυλάξει κάτι αρνητικό. Άλλωστε, δεν ήμουν πιτσιρίκα. Βρισκόμουν σε μια ώριμη φάση της ζωής μου και το παιδί ήρθε στην κατάλληλη στιγμή.
Όταν ο γιος σου Μάριος ήταν 2,5 ετών, έζησες μαζί του για μια περίοδο στο Βέρμιο της Νάουσας για τα γυρίσματα της τηλεοπτικής σειράς «Εκδρομή». Πώς ήταν η εμπειρία να δουλεύεις σε υψόμετρο 1300 μέτρων και να μένεις για τόσο διάστημα μακριά από την Αθήνα;
Αυτοί οι εφτά «ευλογημένοι» μήνες ήταν η ωραιότερη φάση της κοινής μου ζωής με το παιδί. Βρισκόμασταν συνεχώς έξω στη φύση με πολύ κόσμο. Γνωρίσαμε ανθρώπους που μας βοήθησαν πολύ και δημιουργήσαμε φιλίες ζωής. Οι συνθήκες ήταν ιδανικές. Ζούσα στην εξοχή, οι αποστάσεις ήταν μικρές, ταυτόχρονα εργαζόμουν και είχα δίπλα μου το παιδί μου και τη μητέρα μου.
«Τα όνειρά μου ποτέ δεν ήταν συνειδητά»
Το να κάνεις κάποια στιγμή στη ζωή σου παιδί πότε άρχισες να το σκέφτεσαι;
Ποτέ! Τα όνειρά μου ποτέ δεν ήταν συνειδητά. Δεν έλεγα ποτέ «θέλω να γίνω ηθοποιός». Όμως, οι πράξεις μου και οι επιλογές μου με οδηγούσαν σ’ αυτήν την κατεύθυνση. Ή αργότερα, όταν με έβλεπαν αγκαλιά με παιδιά, τα οποία λατρεύω και μου έλεγαν «θα γίνεις φοβερή μανούλα». Κι εγώ απαντούσα «δεν πρόκειται να κάνω δικά μου παιδιά».
Περισσότερο, λοιπόν, ενεργείς με το ένστικτο στη ζωή;
Περισσότερο με οδηγεί το ένστικτο και η εσωτερική επιθυμία παρά η λογική. Δεν ήμουν ποτέ ο άνθρωπος που θα βάλει έναν στόχο και θα κάνει το παν για να τον επιτύχει. Πάω όπου με πάει η ζωή αλλά φροντίζω να έχω εγώ τον τελευταίο λόγο. Μπορεί η ζωή να μου φέρει μπροστά μου πέντε πόρτες, αλλά εγώ θα επιλέξω ποια θα ανοίξω.
Ήταν συνειδητή επιλογή το να φέρεις στον κόσμο ένα παιδί χωρίς να προχωρήσεις στη διαδικασία του γάμου;
Απόλυτα. Ήταν τόσο μεγάλη η χαρά του ερχομού του παιδιού που δεν χρειαζόταν κάτι άλλο. Ήταν ένα δώρο που ερχόταν τότε ξαφνικά και σε μια τόσο ωραία φάση της ζωής μου, που αυτό από μόνο του ήταν σπουδαίο.
Διακρίνεις δικά σου στοιχεία στον μικρό Μάριο;
Όση ευθύνη νιώθω, άλλη τόσο υπερηφάνεια αισθάνομαι με τον Μάριο. Όσο μεγαλώνει διακρίνω όχι απλώς δικά μου στοιχεία, αλλά τη δουλειά που έχω κάνει μαζί του. Βλέπω έναν υγιέστατο άνθρωπο, εντελώς ανεξάρτητο και γενναιόδωρο… Όπως λέω χαρακτηριστικά «είναι ένα παιδί που έχει πάρει τόσο από εμένα που πια μπορεί και χωρίς εμένα». Αυτό για μένα είναι το μεγαλύτερο δώρο.
Έκανες για χρόνια ψυχανάλυση. Σε τι βοήθησε αυτή η διαδικασία;
Είναι χρέος του σύγχρονου ανθρώπου που και που να βάζει τις σκέψεις του σε μια τάξη. Έτσι κι εγώ μπήκα σε μια διαδικασία τάξης. Είχα έναν… αχταρμά στον κεφάλι μου – πάντα ήμουν άνθρωπος που σκέφτεται υπερβολικά πολύ. Κάποια στιγμή δεν μπορούσα να διαχειριστώ όλη αυτή την πληροφορία και τα βιώματα και είχα ανάγκα από βοήθεια. Νομίζω ότι ήταν ότι καλύτερο έχω κάνει και θα ήθελα να το ξανακάνω.
Ποιά είναι η σχέση σου με τον χρόνο; Σε αγχώνει;
Όχι. Ίσα ίσα που με ανακουφίζει. Διαχειρίζομαι ωραία τη ζωή μου και χαίρομαι που περνάει. Δεν εννοώ ότι ανυπομονώ να με δω …70. Όμως, για κάθε χρόνο που κυλάει νιώθω μια εσωτερική γαλήνη – και ας είμαι εξωτερικά σε εγρήγορση. Ίσως επειδή νιώθω ότι έχω ζήσει μια έντονη ζωή… Ίσως γιατί βρήκα από νωρίς ότι το θέατρο είναι αυτό που μου αρέσει και έπεσα πάνω του με τα μούτρα.
Τι ονειρεύεσαι για το μέλλον το δικό σου και του παιδιού σου;
Το μόνο που εύχομαι για τον γιο μου είναι να είναι πάντα γερός, να βρει πράγματα που αγαπάει και να δίνεται σ’ αυτά με πάθος. Όσον αφορά το δικό μου μέλλον, εύχομαι να έχω κέφι για τα πράγματα και να έχω την υγεία μου.
«Η κυρία της νύχτας»
Θέατρο Κιβωτός: Πειραιώς 115, τηλ 2103427426
Σκηνοθεσία – θεατρική μεταφορά: Φρόσω Λύτρα
Πρωταγωνιστούν: Λίνα Σακκά, Όθωνας Μεταξάς, Δημήτρης Γεωργαλάς, Στάθης Ματζώρος, Φανή Γέμπτου, Αγησίλαος Αλεξίου, Κατερίνα Νικολοπούλου, Κωνσταντίνος Αρνόκουρος, Χριστόφορος Μπαρμπαγιάννης, Αλέξης Φουσέκης και ο Αλέξανδρος Ρήγας
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, 21:00, Κυριακή 19:00
Τιμές εισιτηρίων: Γενική είσοδος 18 ευρώ, Μειωμένο (φοιτητικό, ΑΜΕΑ, πολύτεκνοι, άνω των 65) 12 ευρώ, Ανέργων 10 ευρώ