Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του θεάτρου «Ζίνα» για να υποδυθεί τον Φήλιξ στην κωμωδία του Νιλ Σάιμον «Παράξενο ζευγάρι» ο γνωστός ηθοποιός μας μιλά για την παράσταση, την σχέση του με την τηλεόραση, τον χρόνο, το χρήμα και την υστεροφημία του
Συνέντευξη ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Ο σοι τον γνωρίζουν τον περιγράφουν ως έναν αθεράπευτα ρομαντικό θεατράνθρωπο, που δεν διστάζει να ρισκάρει επιχειρηματικά, προκειμένου να δει το καλλιτεχνικό του όραμα να παίρνει σάρκα και οστά. Άλλωστε, όπως λέει ο ίδιος «το χρήμα το αντιμετωπίζω ως ένα μέσο που με βοηθάει να πραγματώνω αυτά που θέλω να κάνω στη ζωή και τη δουλειά μου». Κάπως έτσι, συνεχίζει να ασχολείται με το «ακριβό σπορ» της θεατρικής παραγωγής πρωταγωνιστώντας παράλληλα σε δυο μεγάλες επιτυχίες. Στο θεατρικό έργο του Νιλ Σάιμον «Παράξενο ζευγάρι» που παίζεται στο θέατρο «Ζίνα» και στη σειρά του Alpha. «Μην αρχίζεις την μουρμούρα» που προβάλλεται για 5η συνεχή σεζόν.
Μπορείτε να μας βάλετε στο κλίμα της παράστασης;
Το «Παράξενο ζευγάρι» είναι ένα από τα μεγαλουργήματα του Νιλ Σάιμον. Ένα έργο – ύμνος στην ανδρική φιλία. Η ιστορία είναι πολύ απλή. Εγώ ως Φήλιξ φεύγω από το σπίτι μου, γιατί η γυναίκα μου δεν με αντέχει άλλο. Ο φίλος μου, ο Όσκαρ δέχεται να συγκατοικήσουμε στο σπίτι του, χωρίς όμως να γνωρίζει τις συνέπειες που απορρέουν από τον χαρακτήρα μου. Τον ψυχαναγκασμό, δηλαδή, που έχω με την καθαριότητα και όλα τα παρελκόμενα που αυτή επιφέρει. Στην πορεία του έργου φαίνεται να είναι αδύνατη η συμβίωση των δυο ανδρών. Αναγκαστικά, ο Όσκαρ με διώχνει και αυτός από το σπίτι.
Ποιο είναι το ιδιαίτερο στοιχείο του έργου; Αυτό που το κατέστησε διαχρονικό;
Έχει κάνει κάτι μοναδικό ο Σάιμον. Έχει πάρει μια σχέση άνδρας – γυναίκα και την έχει μεταφέρει σε δυο άνδρες. Έτσι, όλα τα ζευγάρια μπορούν να ταυτιστούν με την ιστορία. Ουσιαστικά, οι δυο άνδρες αν και έχουν χωρίσει, αγαπούν πολύ τις γυναίκες τους. Το έργο, επίσης, μιλάει για τη φιλία. Όσο ετερόκλητα στοιχεία και αν υπάρχουν σε δυο προσωπικότητες που συγκατοικούν κάτω από την ίδια στέγη, αυτοί οι δυο άνδρες αγαπιούνται σε βάθος. Είναι φίλοι πραγματικοί. Αυτό καθιστά το έργο συγκλονιστικό. Και οι δυο έχουν υπέροχες συναισθηματικές μεταπτώσεις, κατά τις οποίες αναλογίζονται τα λάθη τους, σκέφτονται τι κέρδισαν, τι έχασαν…
Η ανδρική φιλία είναι μια έννοια στην οποία πιστεύετε;
Πιστεύω γενικότερα στην φιλία – πόσο μάλλον στην ανδρική. Είμαι τυχερός που έχω κρατήσει φίλους από τα παιδικά μου χρόνια στη Θεσσαλονίκη και που έχω δημιουργήσει καινούργιους φίλους με τα χρόνια στην Αθήνα. Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθω ότι μπορούν να με στηρίξουν. Να είναι δίπλα μου και στη χαρά και στη λύπη.
Στην τηλεόραση, για πέμπτη συνεχή χρονιά σας βρίσκουμε στην κωμική σειρά του Alpha «Μην αρχίζεις τη μουρμούρα». Έχετε εξήγηση για το πώς αυτή η σειρά κέρδισε το κοινό;
Όλα ξεκινούν από το σενάριο. Ουσιαστικά, από το Ισπανικό format κρατήθηκε μόνο η κεντρική ιδέα. Οι ιστορίες και οι διάλογοι γράφονται από την αρχή. Οι σεναριογράφοι, μ’ αυτό τον τρόπο έπιασαν τον σφυγμό του Έλληνα – διογκωμένο, βέβαια, προς την πλευρά της κωμωδίας. Αυτό που επιχειρήθηκε είναι να υπάρχει ενιαία σκηνοθετική και ερμηνευτική γραμμή. Εκεί ταυτιστήκαμε πολύ με τη Δάφνη (σ.σ. Λαμπρόγιαννη, η συμπρωταγωνίστριά του στη σειρά). Όχι μόνο έχουμε ίδιο ερμηνευτικό κώδικα, αλλά από την πρώτη στιγμή ήταν σαν να είμαστε ζευγάρι στην πραγματικότητα. Το χιούμορ ρέει αβίαστα μεταξύ μας. Αυτή η απλότητα είναι που δίνει χαρά στον τηλεθεατή και ταυτίζεται μαζί μας, γιατί βλέπει πράγματα που του έχουν συμβεί.
Συμφωνείτε ότι μετά την «Μουρμούρα» άλλαξε ο τρόπος που οι υπεύθυνοι των καναλιών αντιμετωπίζουν τη μυθοπλασία;
Μετά τη «Μουρμούρα» όλοι ξαναμπήκαν στην ελληνική μυθοπλασία και συνειδητοποίησαν ότι το ελληνικό προϊόν μπορεί να πουλήσει . Ευτυχώς που άνοιξε αυτή η πόρτα, γιατί μέχρι τότε βλέπαμε τούρκικα και ξένες σειρές. Η ελληνική σειρά έχει προχωρήσει τόσο σε θέμα σεναρίου όσο και σε θέμα σκηνοθεσίας και υποκριτικής αντιμετώπισης. Έχει γίνει πιο ανθρωποκεντρική με χαρακτήρες που συναντάμε στην καθημερινότητά μας.
Αυτό σας ενδιέφερε πάντα να κάνετε στη ζωή σας;
Όταν ήμουν μικρός έλεγα ότι ήθελα να γίνω γιατρός. Στην πορεία ανακάλυψα ότι δεν ήμουν… έτοιμος να αντιμετωπίσω αυτόν τον κλάδο. Έτσι, πήγα στη σχολή Πατεράκη και ξεκίνησα παράλληλα να δουλεύω στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Από εκεί και πέρα η μια δουλειά έφερε την άλλη, ώσπου το 1983 κατέβηκα στην Αθήνα για να κάνω κάποιες ταινίες και λίγα χρόνια αργότερα ήρθα για μόνιμη εγκατάσταση.
Ερχόμενος στην Αθήνα ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε;
Ήταν μια πόλη μεγαλύτερη απ’ αυτήν που είχα συνηθίσει να ζω και έτσι οι αποστάσεις μού φάνταζαν τεράστιες. Σιγά σιγά, συνήθισα. Αν και μεγαλούπολη, η Αθήνα δεν είναι τελείως απρόσωπη. Υπάρχουν γειτονιές που έχουν καταγεγραμμένη ιστορία ακόμα και στους τοίχους των κτιρίων τους.
Γνωρίζουμε πολλά για τις επιτυχίες σας. Αποτυχίες, φαντάζομαι, είχατε στην πορεία σας. Πώς τις διαχειριστήκατε;
Επειδή ασχολούμαι με ένα ακριβό σπορ που ονομάζεται θεατρική παραγωγή, αποτυχίες χαρακτηρίζω μόνο τις παραστάσεις που εισπρακτικά δεν πήγαν καλά. Ευτυχώς, καλλιτεχνική αποτυχία δεν έχω υποστεί. Ακόμα και η «Φωλιά του κούκου» που εισπρακτικά δεν προχώρησε, θεωρώ ότι ήταν το πιο άρτιο καλλιτεχνικό μας οικοδόμημα.
Σε πρακτικό επίπεδο, ποιες απώλειες επέφερε αυτή η εισπρακτική αποτυχία;
Αναγκάστηκα να ξεπουλήσω περιουσιακά στοιχεία για να ξεχρεώσω τους ανθρώπους που δούλευαν μαζί μας. Δεν γίνεται κάποιος να ακολουθεί το δικό μου όραμα τζάμπα. Πρέπει να πληρώνεται! Θα θεωρούσα ανήθικο να μην τους πληρώσω.
Θα παίρνατε ξανά το ρίσκο της παραγωγής σήμερα;
Αυτό το ρίσκο το λατρεύω. Όταν βρω την κατάλληλη στιγμή θα ξαναμπώ στην παραγωγή. Δεν μπορώ να ησυχάσω. Προς το παρόν, έχω αναλάβει την παραγωγή της παράστασης «Δεσποινίς Μαργαρίτα» που παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο Ζίνα και στην οποία πρωταγωνιστεί η Έφη Μουρίκη.
Ποια είναι η σχέση σας με το χρήμα;
Δεν κάνω αυτή τη δουλειά για να κερδίζω χρήματα. Δεν στοχεύω στις αποταμιεύσεις, παρά μόνο στο να κάνω πράξη το όραμα που έχω στο κεφάλι μου. Το χρήμα το αντιμετωπίζω ως κάτι πολύ πεζό. Ως ένα μέσο που με βοηθάει να πραγματώνω αυτά που θέλω να κάνω στη ζωή και τη δουλειά μου.
Οι κριτικές για τη δουλειά σας, σας αφορούν;
Όταν είναι εμπεριστατωμένες και ενυπόγραφες μπορώ να τις λάβω υπόψη μου. Όταν όμως είναι σε επίπεδο «μπακάλικου» -απουσιάζει, δηλαδή, εντελώς η επιχειρηματολογία- δεν με ενδιαφέρουν καθόλου.
«Πάντα μου άρεσαν τα γηρατειά»
Έχετε πει «γεννήθηκα και θα πεθάνω «γέρος». Αυτό σημαίνει ότι δεν περάσατε ποτέ κρίση μέσης ηλικίας;
Από μικρός είχα ένα τεράστιο πρόβλημα: έμοιαζα μικρότερος απ΄ ότι ήμουν πραγματικά. Θυμάμαι σε ηλικία 20 ετών έπρεπε να δείχνω ταυτότητα για να μπω στον κινηματογράφο. Από τότε βιαζόμουν να μεγαλώσω. Αυτό μου έγινε δεύτερη φύση. Πάντα, όμως, μου άρεσαν τα γηρατειά. Θέλω να κάθομαι και να αναπολώ τα λάθη μου.
Μήπως βιάζεστε να μεγαλώσετε;
Παλιότερα, όντως βιαζόμουν. Σήμερα γεύομαι κάθε δεκαετία. Η δεκαετία των 50 στην οποία περπατώ είναι η καλύτερή μου. Δεν θα γυρνούσα ποτέ ούτε στα 20, ούτε στα 30, ούτε στα 40. Αντίθετα, τα 60 τα περιμένω ευπρόσδεκτα!
Στην έννοια της υστεροφημίας πιστεύετε;
Ούτε στην υστεροφημία ούτε στο ναρκισσιστικό κομμάτι της δουλειάς μου πιστεύω. Δεν κρύβω, όμως, ότι παλιότερα αυτό με είχε επηρεάσει. Λογικό ήταν, όμως… Ήμουν μικρός και κάποια στιγμή στράφηκαν τα φώτα πάνω μου. Σήμερα λέω πως όταν «φύγω» δεν θέλω να με θυμούνται. Από τη στιγμή που ενστερνίστηκα αυτή την άποψη, χαλάρωσα πάρα πολύ γιατί κατάλαβα ότι δεν είμαστε τίποτα.
Σε μια περίοδο που στον χώρο σας ακούμε συνεχώς για διαζύγια, εσείς καταφέρνετε να είστε με την ίδια γυναίκα για πάνω από 30 χρόνια. Πώς κρατιέται ζωντανή μια σχέση;
Με σεβασμό στον κόπο και τον χρόνο τον οποίο καταβάλλει ο άλλος. Για να μην περνάει μια σχέση στη συμβατικότητα, πρέπει να επεξεργάζεσαι τον εαυτό σου μονίμως και να θέτεις προ εκπλήξεως τη σύντροφό σου.
Ποια ήταν τα πιο ωραία Χριστούγεννα της ζωής σας;
Όταν γνώρισα τη γυναίκα μου και πέρασα τις γιορτές με την οικογένειά της. Ήταν τα πέντε αδέρφια της, παιδιά, ανίψια.. Ήμασταν γύρω στα 20 άτομα και θυμάμαι ότι το δωμάτιο ήταν γεμάτο με δώρα.
Τι εύχεστε για τον νέο χρόνο;
Να στραφούμε στην παιδεία και την εκπαίδευση των νέων, γιατί η πραγματική επανάσταση θα έρθει μόνο μέσα απ’ αυτούς.
«Παράξενο ζευγάρι» του Νιλ Σάιμον
Θέατρο Ζίνα
Λ. Αλεξάνδρας 74, τηλ. 210 6424414
Πρωταγωνιστούν: Γιάννης Ζουγανέλης, Βλαδίμηρος Κυριακίδης, Πάνος Σταθακόπουλος, Βάσω Γουλιελμάκη, Ιωάννα Ασημακοπούλου, Γιώργος Χατζής, Ντίνος Σπυρόπουλος, Ερμόλαος Ματθαίου
Σκηνοθεσία: Βλαδίμηρος Κυριακίδης
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη
Κοστούμια: Νικόλ Παναγιώτου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Κυριακού
Ημέρες και Ώρες Παραστάσεων: Τετάρτη 19:30, Πέμπτη 21:00, Παρασκευή 21:00, Σάββατο 18:00 απογευματινή λαϊκή, 21:00, Κυριακή 18:00, 21:00
Τιμές εισιτηρίων: 15- 20 ευρώ